ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ
Tο πρωί μου λέει ο γιος μου, “μπαμπά τώρα τελευταία δεν βλέπω όνειρα”. “Και γω δεν βλέπω αυτό τον καιρό” του είπα. “Γιατί συμβαίνει αυτό μπαμπά;”. “Συμβαίνει κάποιες φορές” του είπα. Αν ήταν όμως πιο μεγάλος θα του έλεγα πως υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που οι ψυχές τους σέρνουν ένα μεγάλο αδηφάγο σκοτάδι. Τόσο μεγάλο που μπορεί και κλέβει τα όνειρα ακόμη και των μικρών αγγέλων. Είναι αυτοί οι κλέφτες της ελπίδας, οι φονιάδες του αύριο, αυτοί οι μαύροι δαίμονες της Αποκάλυψης που μέσα από το σκοτάδι τους έρχονται να λερώσουν ότι αγνό και φωτεινό έχει ο πλανήτης μας. Τις καρδιές των μικρών παιδιών. Και κάποια παιδιά δυστυχώς, όχι μόνο πάψανε να ονειρεύονται, αλλά βλέπουν και εφιάλτες ξύπνια. Δεν ξέρω πως θα τελειώσει πια όλο αυτό. Είναι σα να μην έχει τέλος…
Θυμάμαι στην Ειδομένη τις απλές εικόνες που είδα και ιστορίες που άκουσα από τα απομεινάρια του πολέμου που μπόρεσαν όμως και με στιγμάτισαν. Πως να ξεχάσω τις πεζοπορίες των πεινασμένων, τα τρύπια παπούτσια, τα ματωμένα πόδια. Τα μωρά από τις βάρκες των νησιών που φθάνανε σε μας σε ταξίδι μιας μέρας, ακόμη βρεγμένα, μέσα στον χειμώνα. Τον πατέρα με το 10χρονο παιδί αγκαλιά επειδή ακόμη είχε την σφαίρα στο πόδι του. Τον παππού με τα 3 ορφανά εγγόνια του που τα πήρε τρέχοντας απ το σπίτι μόλις άκουσε τις σφαίρες στο χωριό του, ξέροντας πως ο γιος κ η νύφη του είναι νεκροί. Τον πατέρα με τον μικρό γιο που είδε την μάνα του να βιάζεται και να δολοφονείται μαζί με τα 2 μεγαλύτερα αδέλφια του. Και τόσες άλλες ιστορίες που είναι απλά ιστορίες για μας, μα για κάποιους εφιάλτες. Αυτά συμβαίνουν καθημερινά εκεί εδώ και τόσα χρόνια. Ο πλανήτης σιωπά το άδικο αίμα όμως φωνάζει.