Σάββατο, 3 Ιουνίου, 2023

ΔΕΠΥ & ΕΠΙΘΕΤΙΚΟΤΗΤΑ: Διαταραχή Ελλειματικής Προσοχής/ Υπερκινητικότητα

ΔΗΜΟΦΙΛΗ

H διαταραχή ελλειμματικής προσοχής υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) είναι πολύ συχνή στην παιδική ηλικία (11% του πληθυσμού ή αλλιώς 6.4 χιλιάδες παιδιά στην ΗΠΑ εμφανίζουν ΔΕΠΥ στην ηλικία των 4-7 ετών, ανάλογα σοβαρά είναι τα νούμερα σε όλο τον κόσμο και την Ελλάδα). Η διαφορική διάγνωση της ΔΕΠΥ είναι δύσκολη επειδή συνήθως συνυπάρχει ή επικαλύπτεται σε ποσοστό 44% με άλλες διαταραχές και προβλήματα όπως οι γνωστικές διαταραχές, οι μαθησιακές δυσκολίες, κατάθλιψη, ιδεοψυχαναγκαστικές νευρώσεις, αναπτυξιακές διαταραχές στο φάσμα του αυτισμού, διαταραχές της συμπεριφοράς, του ύπνου, καταχρήσεις κα.

Τα παιδιά με ΔΕΠΥ δυσκολεύονται να διατηρήσουν την προσοχή και συχνά είνα αρκετά ενεργητικά – υπερκινητικά και παρορμητικά. Επιπλέον μπορεί να θυμώσουν εύκολα και να έχουν επιθετική, προκλητική και παραβατική συμπεριφορά. Συχνά παράλληλα με τη διαταραχή της ΔΕΠΥ μπορεί να παρατηρούνται ιδεοψυχαναγκαστικές και στερεοτυπικές συμπεριφορές ενώ σε κάποιες περιπτώσεις που τα συμπτώματα είναι σοβαρά μπαίνει επιπλέον της ΔΕΠΥ και η διάγνωση της ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής. Σε παρόμοιες περιπτώσεις οι συναισθηματικές εκρήξεις, ο θυμός, η λεκτική βία η σωματική επιθετικότητα και η παραβατική συμπεριφορά δεν μπορεί εύκολα να ελεγχθεί και αυτό προκαλεί έντονο άγχος και στρες στην οικογένεια (Τζαμαλή-Σπυρόπουλος, 2020). Οι παραδοσιακές στρατηγικές που βασίζονται στην πειθαρχία ενίσχυσης ή τιμωρίας, με βάση το αίτιο και το αιτιατό (πχ αν διαβάσεις θα παίξουμε, αν αφαιρείσαι δε θα προλάβεις να δεις TV) συχνά δεν πετυχαίνουν τον σκοπό τους με τα παιδιά που εμφανίζουν ΔΕΠΥ. Το κλειδί της επιτυχίας στο σύνδρομο της Ελλειμματικής Προσοχής/Υπερκινητικότητας είναι η πρώιμη παρέμβαση. Πολλά παιδιά μεγαλώνοντας ηρεμούν, αλλά αυτό μπορεί να αργήσει πολύ (10 και παραπάνω χρόνια συνήθως). Σύμφωνα με τον Barkley (2010) η πιο επιτυχημένη παρέμβαση πρέπει να ξεκινά πολύ νωρίς όταν τα παιδιά είναι πολύ μικρά.


Γύρω στα 12 έτη ζωής η απάντηση στη θεραπεία μειώνεται δραστικά κατά το μισό (50%) και αν περιμένει κανείς για να δει τι θα συμβεί, οι αρνητικές επιπτώσεις στη ζωή αυτών των παιδιών είναι πολύ σοβαρές. ‘Επιστημονικά τεκμηριώνεται πως η έγκαιρη παρέμβαση με εργοθεραπεία, γνωστική θεραπεία, ειδική αγωγή, συμβουλευτική και άλλες παρεμβάσεις στα πρώιμα έτη της νηπιακής ηλικίας, αλλά και η εκπαίδευση των γονιών ακόμα και από βρεφική ηλικία έχουν πολύ καλά αποτελέσματα και μειώνουν τα επίπεδα τις ΔΕΠΥ και τις αντίξοες επιπτώσεις που έχει στον χαρακτήρα, στις κοινωνικές σχέσεις και την ποιότητα ζωής του ατόμου που εμφανίζει τα συμπτώματα του συνδρόμου. Το παιδί που εμφανίζει ΔΕΠΥ ακόμα και όταν το νοητικό δυναμικό του είναι φυσιολογικό ή ακόμα και εξαιρετικό λόγω της διάσπασης της προσοχής του, της υπερκινητικότητας που το διέπει και της παρορμητικότητας που μπορεί να εμφανίζει στη συμπεριφορά του, δεν καταφέρνει να έχει μία καλή μαθησιακή εξέλιξη, αλλά εμφανίζει ελλείψεις ακαδημαϊκά και συχνά δυσκολίες ένταξης και συμπεριφοράς στο σχολείο. Είναι βέβαιο πως για το άτομο με ΔΕΠΥ η εξεύρεση φίλων και οι σταθερές και καλές κοινωνικές σχέσεις δεν είναι εύκολες. Συχνά βλέπουμε το παιδί με ΔΕΠΥ να κάνει ακατάλληλες και αταίριαστες παρέες και να εμπλέκεται σε περιστατικά ενδοσχολικής βίας σαν θύμα ή σαν θύτης. Αργότερα στην ζωή και εφόσον τα συμπτώματα δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα η απομόνωση και κατάθλιψη είναι συχνή ενώ σε ένα μεγάλο ποσοστό των ατόμων που εμφανίζουν ΔΕΠΥ τα σημεία της επιθετικότητας αλλά και η παραβατική συμπεριφορά εντείνονται.


Μια έρευνα που παρουσιάστηκε στο Journal of the American Academy of Child and Adolescent Psychiatry δείχνει πως θετικά αποτελέσματα επιτυγχάνονται ακόμα και όταν η επιθετικότητα ή άλλα σοβαρά συμπτώματα έχουν εγκατασταθεί με τη συμπλήρωση της συνηθισμένης φαρμακευτικής αγωγής που δίνεται σε ορισμένες περιπτώσεις στην ΔΕΠΥ με αντιψυχωτική αγωγή (πχ. λήψη ρισπεριδόνης) σε συνδυασμό πάντα με την εκπαίδευση των γονιών. Η συνήθης φαρμακευτική αγωγή περιλαμβάνει Ψυχοαναληπτικά/Ψυχοδιεγερτικά σκευάσματα και τα φάρμακα αυτά συστήνονται από τον θεράποντα ιατρό όταν η συμπτωματολογία είναι ιδιαίτερα σοβαρή ή οι γνωστικές παρεμβάσεις φαίνεται να αδυνατούν να βοηθήσουν αποτελεσματικά το άτομο που εμφανίζει ΔΕΠΥ. Οι μη φαρμακευτικές αγωγές για τη ΔΕΠΥ όπως η εργοθεραπεία, η γνωστική θεραπεία, η ειδική αγωγή, η ψυχοθεραπεία, η συμβουλευτική γονιών και άλλες παρεμβάσεις, μπορούν να συνδυαστούν όχι μόνο μεταξύ τους, αλλά και με τη φαρμακευτική αγωγή παρουσιάζοντας πολύ καλά αποτελέσματα και συνδράμοντας το άτομο να έχει μια φυσιολογική κοινωνική και ακαδημαϊκή προσαρμογή, και ποιοτική ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη.

ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΑΡΘΡΑ