Γνώση, εμπειρία και αγάπη από τρεις γενιές οινοποιών και αμπελουργών, μία ορεινή τοποθεσία με εξαιρετική ποιότητα εδάφους και ιδιαίτερο μικροκλίμα, αλλά και «ξεχασμένες» ποικιλίες σταφυλιών συνθέτουν τα ξεχωριστά χαρακτηριστικά του οικογενειακού οινοποιείου «Μοσχόπολις».
«Σκαρφαλωμένο» στο ορεινό Μονοπήγαδο, σε έναν ευλογημένο τόπο λουσμένο σε υπέροχο φως και με το όνομα του να παραπέμπει στην ομώνυμη βλαχόφωνη πόλη των Βαλκανίων, το οινοποιείο «Μοσχόπολις» εισάγει μία νέα φιλοσοφία στην ενασχόληση με το κρασί. Κατορθώνοντας με τον τρόπο αυτό να διατηρεί και να προάγει την παράδοση έχοντας το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον.
Η προσήλωση στη λεπτομέρεια, τα υπέροχα αρώματα και οι ιδιαίτερες γεύσεις, οι μεγάλοι πήλινοι αμφορείς από την Κρήτη και τα γαλλικά δρύινα βαρέλια μέσα στα οποία ωριμάζει το κρασί δημιουργούν ένα μοναδικό συνδυασμό στοιχείων, που αναπόφευκτα οδηγούν στην παραγωγή εξαιρετικών κρασιών.


Η παράδοση της οικογένειας ξεκινά με τον Δρ. Θεόδωρο Γερμάνη (1909 – 2004) διακεκριμένο Γεωπόνο – Αμπελουργό, με σπουδές στο Montpellier της Γαλλίας και συνεχίστηκε με το γιο του Δρ. Γεώργιο Γερμάνη, Χημικό – Εδαφολόγο, με εμπειρία, που ξεπερνάει τα 30 χρόνια. Και φυσικά τη νέα γενιά, που αποτελείται από το γιο του Δρ. Γεωργίου Γερμάνη, Θεόδωρο Γερμάνη, διπλωματούχο Ηλεκτρονικό Μηχανικό, κάτοχο ΜΒΑ με σπουδές στη Χημεία, το γαμπρό του Δημήτριο Παραλίδη, διπλωματούχο Αγρονόμο Τοπογράφο Μηχανικό και την κόρη του Αλίκη Γερμάνη – Παραλίδη, Φαρμακοποιό.
Μάλιστα, αξίζει να αναφερθεί ότι οι πρώτες οινοποιητικές προσπάθειες ξεκίνησαν από ένα μικρό… οινοποιείο – γκαράζ και αφού είχε ήδη φανεί πως το… μικρόβιο της οινοποίησης είχε αρχίσει να περνάει και στη νέα γενιά. Ωστόσο, όταν πλέον το 2019 η δραστηριότητα τους μεταφέρθηκε στον καινούριο χώρο στο Μονοπήγαδο (τα αμπέλια είχαν φυτευτεί χρόνια νωρίτερα) φαίνεται πως όλα άρχισαν να παίρνουν το δρόμο τους.
Έδαφος από την… Κρητιδική περίοδο
Το Μονοπήγαδο επιλέχτηκε ως έδρα του οινοποιείου μετά από εκτεταμένη έρευνα και εδαφολογικές αναλύσεις, οι οποίες έδειξαν πως η λοφώδης αυτή περιοχή συνδυάζει μοναδικά χαρακτηριστικά και πληροί τα πιο υψηλά στάνταρ.
Μεταξύ αυτών, το ιδιαίτερο μικροκλίμα με τον ήλιο, την αύρα από τη θάλασσα και τη δροσιά από το δάσος πίσω από το Μονοπήγαδο, τους «διαδρόμους», που δημιουργούνται ανάμεσα στους λόφους για να περνάει ο αέρας, αλλά και τα πετρώδη εδάφη, που είναι ιδανικά για αμπέλια, καθώς στραγγίζουν γρήγορα.
«Διαπιστώσαμε ακόμη ότι κάποια από αυτά τα εδάφη χρονολογούνται από την Κρητιδική περίοδο, ένα πολύ σπάνιο γεωλογικό φαινόμενο, που συμβάλλει και αυτό σε μία σειρά από πλεονεκτήματα, που παρουσιάζει η περιοχή», εξηγεί ο Θεόδωρος Γερμάνης, ο οποίος ανήκει στην τρίτη γενιά των οινοποιών.

Έμφαση στη λεπτομέρεια
Κάθε ένα από αυτά τα χαρακτηριστικά προσθέτει το δικό του «λιθαράκι» στην ιδιαίτερη γεύση και τα αρώματα του κάθε κρασιού. Μια ακόμη λεπτομέρεια στην οποία δίνεται ιδιαίτερη σημασία είναι η χρήση μικρών τελάρων κατά τη διάρκεια του τρύγου, ώστε να μην καταπονούνται τα σταφύλια μέχρι να φτάσουν στο οινοποιείο. Επίσης, τα σταφύλια μαζεύονται είτε πολύ νωρίς το πρωί είτε πολύ αργά το απόγευμα ή ακόμη και νύχτα, ώστε να φτάσουν στο οινοποιείο στη χαμηλότερη δυνατή θερμοκρασία.
Και σε αυτά έρχεται να προστεθεί και η διαδικασία της ωρίμανσης, που γίνεται σε δρύινα βαρέλια, ενώ κάποια από τα κρασιά, όπως η κόκκινη Αιώρα ωριμάζει τρεις μήνες σε μεγάλους πήλινους αμφορείς (πιθάρια). Αξίζει, ακόμη, να αναφερθεί πως πολλές από τις εργασίες, όπως φύτεμα, κλάδεμα ή ξεβλαστάρισμα γίνονται χειρονακτικά ή με το μικρό τρακτέρ αντίκα, που ακόμη χρησιμοποιείται στο οινοποιείο.
Αναβιώνουν παλιές ποικιλίες
Ένα ακόμη γνώρισμα, που κάνει το συγκεκριμένο οινοποιείο να ξεχωρίζει είναι οι παλιές ποικιλίες, που αναβιώνουν στην περιοχή, όπως το Μαυροτράγανο και το Καλομάτι, ενώ το επόμενο βήμα είναι η νέα γενιά, πλέον, να επαναφέρει και τις παλιές ποικιλίες της Θεσσαλονίκης.
«Το Μαυροτράγανο είναι μία Αιγαιοπελαγίτικη κόκκινη ποικιλία για κρασιά μακράς παλαίωσης. Ο πατέρας μου γύρισε όλο το νησί της Σαντορίνης, όπου είναι πολύ γνωστή η συγκεκριμένη ποικιλία και εντόπισε τα κατάλληλα φυτά, ανάλογα και με τα εδάφη που ευδοκιμούν. Και πλέον το Μαυροτράγανο το χρησιμοποιούμε στην παραγωγή κρασιών. Όσον αφορά το Καλομάτι είναι μία ποικιλία, που βρήκε ο παππούς μου σε αυλές σπιτιών και έκανε κλωνική επιλογή, δηλαδή από την άγρια μορφή του το φυτό εξελίχθηκε, ώστε να μπορεί να καλλιεργηθεί σε αμπελώνα. Στα σχέδια μας είναι να λανσάρουμε ένα κρασί από τη συγκεκριμένη ποικιλία στο μέλλον», ανέφερε ο κ. Γερμάνης.
Ο ίδιος επισημαίνει πως επόμενος στόχος είναι να επαναφέρουν τις ποικιλίες Λημνιό, Σταυρωτό και Φωκιανό, οι οποίες έχουν σχεδόν εξαφανιστεί. «Πρόκειται για ποικιλίες της Θεσσαλονίκης, τις οποίες ψάχνουμε εδώ και καιρό, ενώ για το σκοπό αυτό έχουμε επισκεφτεί ακόμη και μοναστήρια, που διαθέτουν παλιά αμπέλια, γιατί μόνο έτσι θα μπορέσουμε να τις εντοπίσουμε», εξηγεί ο κ. Γερμάνης.


Το αμπέλι έγινε… τόπος βόσκησης
Σήμερα στο Μονοπήγαδο το οινοποιείο Μοσχόπολις διαχειρίζεται 150 στρέμματα αμπέλια, ενώ φυτεύτηκε και ένας νέος αμπελώνας 60 στρεμμάτων. Επίσης, ένας μικρότερος αμπελώνας βρίσκεται στην Καστοριά μέσα στο μονοπάτι του Αρκτούρου. Ωστόσο, εκτός από το γεγονός ότι πραγματοποιείται αποκλειστικά βιολογική καλλιέργεια, το οινοποιείο Μοσχόπολις στρέφεται πλέον και στην αναγεννητική αμπελουργία με την εφαρμογή καινοτόμων μεθόδων.
«Μία πρακτική, που ήδη εφαρμόζουμε είναι ότι κάναμε το αμπέλι τόπο βόσκησης. Αντί να βάλουμε μηχανήματα για να κόψουν τα χόρτα ή να ρίξουμε κοπριά στο έδαφος, επιλέξαμε να φέρουμε κοπάδια με ζώα. Έχουμε κάνει συνεργασία με μία φάρμα της περιοχής και έρχονται τα κοπάδια με τα πρόβατα για βοσκή στον αμπελώνα. Έτσι πετυχαίνουμε διαχείριση της βλάστησης και λίπανση με φυσικό τρόπο. Επιπλέον, κάτι που είναι πάρα πολύ σημαντικό, είναι ότι δίνουμε την ευκαιρία στο έδαφος και στο οικοσύστημα του αμπελιού να αυτοσυντηρούνται», ανέφερε ο Θεόδωρος Γερμάνης.
Επίσης, αξίζει να αναφερθεί πως στην περιοχή αυτή θα εφαρμοστούν, για πρώτη φορά σε παγκόσμιο επίπεδο, καινοτόμες αμπελουργικές πρακτικές, που θα καταστήσουν τον νέο αμπελώνα πιο ανθεκτικό στη ξηρασία και στις υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού.

Επέκταση & βραβεία
Χάρη στις ακούραστες προσπάθειες των ιδιοκτητών ήδη ξεκινούν οι διαδικασίες επέκτασης των χώρων του οινοποιείου, ενώ στα επόμενα βήματα της οικογένειας Γερμάνη είναι να καταστεί το οινοποιείο επισκέψιμο, ώστε να πραγματοποιούνται ξεναγήσεις, αλλά και εκδηλώσεις οινογνωσίας. Εδώ πρέπει να αναφέρουμε πως το πρώτο κρασί, που έβγαλε το οινοποιείο Μοσχόπολις το 2017 απέσπασε σε διαγωνισμό το χρυσό βραβείο, ενώ από τότε κάθε συμμετοχή σε έκθεση κρασιού, συνοδεύεται από διακρίσεις και βραβεία.
Είναι χαρακτηριστικό πως φέτος τα κρασιά του οινοποιείου Μοσχόπολις απέσπασαν ένα χρυσό και δύο αργυρά βραβεία σε διεθνή διαγωνισμό (Balkans International Wine Competition) και δύο αργυρά συν ένα χάλκινο στο διαγωνισμό οίνου της Θεσσαλονίκης. Επίσης, άλλα δύο χρυσά και ένα αργυρό ήταν ο απολογισμός της συμμετοχής των κρασιών του Μοσχόπολις και στο περσινό διεθνή διαγωνισμό οίνου της Θεσσαλονίκης. Μάλιστα, τα κρασιά εξάγονται ήδη σε 14 χώρες.
Μοσχόπολις: Μία πόλη πρότυπο
Η Μοσχόπολη (1330-1915), από όπου και το όνομα του οινοποιείου, αποτέλεσε προπύργιο του ελληνισμού στα δύσκολα χρόνια της παρακμής της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι υπήρξε το σημαντικότερο βιοτεχνικό, εμπορικό και πνευματικό κέντρο των κεντροδυτικών επαρχιών των Βαλκανίων, μία πόλη που αργότερα οι ιστορικοί περιέγραφαν ως τη «Νέα Αθήνα», ενώ υπήρχαν αναφορές πως μπορούσε να συναγωνιστεί ακόμη και την Κωνσταντινούπολη.
Η Μοσχόπολη από πολύ νωρίς ξεχώριζε κυρίως για τη μεγάλη ανάπτυξη στους τομείς της Παιδείας και του Πολιτισμού. Μάλιστα, το 1700 ιδρύθηκε στη συγκεκριμένη πόλη εκπαιδευτικό ίδρυμα με το όνομα «Ελληνικόν Φροντιστήριον», ενώ ιδιαίτερη μνεία γίνεται για το τυπογραφείο, που δημιουργήθηκε, όπως επίσης και για την περίφημη βιβλιοθήκη της. Λέγεται, επίσης, ότι την περίοδο της ακμής της, περίπου το 1760, αριθμούσε 60.000 με 65.000 κατοίκους.
